Uploaded by: Archetype Editor
ΠΕΡΙΟΧΗ:
Αγ. Ιωάννη, Ρέντη, Ελλάδα
*το κτίσμα αναπτύσσεται με συντακτικό κανόνα την τεθλασμένη στέγη που συνιστά το κύριο χαρακτηριολογικό του γνώρισμα.
Το κτιριακό συγκρότημα του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ) στην περιοχή του Αγ. Ιωάννη του Ρέντη –γνωστού ως Λαχαναγορά του Ρέντη- καταλαμβάνει μία έκταση 300 στρεμμάτων μεταξύ της Λεωφ. Πειραιώς και της Λεωφ. Κηφισού και αποτελείται ως επί το πλείστον από πρωτόλεια κτίρια τόσο ως προς τη εσωτερική τους οργάνωση όσο και ως προς τον μεταξύ τους συσχετισμό.
Ένα καρτεσιανό πλέγμα δρόμων διατηρεί τα κτίρια αυτόνομα και συντεταγμένα σε σταθερές αποστάσεις. Κοντά στην είσοδο και κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του συγκροτήματος βρίσκονται τα πρώτα και πιο ιδιαίτερα –από πλευράς αρχιτεκτονικού ύφους- κτίρια. Ο κύριος τύπος είναι η επιμήκης πτέρυγα των υπόστεγων αποβάθρων διακίνησης των προϊόντων με μονό ή διπλό φάρδος. Ανάμεσά τους το μονώροφο και με κεντρικό αίθριο κτίριο διοίκησης και τραπεζών, το φουτουριστικό κτίριο της μικρής αίθουσας συνελεύσεων, ένα μικρό κτίριο γραφείων, και ο ημι-υπαίθριος χώρος συνάθροισης κοινού, συνιστούν τυπολογικές εξαιρέσεις που συμπληρώνουν το συγκρότημα. Στην είσοδό του δεσπόζει το πτυχωτό κέλυφος του στεγάστρου.
Φτιαγμένα από έλληνες και αμερικανούς μηχανικούς στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, χρησιμοποιούν τολμηρές δομικές φόρμες. Χαρακτηριστικά τους είναι η πλαστικότητα των γραμμικών φορέων –σε σχέση με το πώς αυτοί φορτίζονται- η τεθλασμένη γεωμετρία των αντίστοιχων επιφανειακών και οι έντονες προβολικές απολήξεις.
Το υλικό –μπετόν- με τις ελάχιστες διατομές του δείχνει να «δουλεύει» εντατικά, προσδίδοντας μια αίσθηση εκλεπτυσμένης οικονομίας, οι επιφάνειες θλώνται διαχέουσες κινητικότητα και ένας με μέτρο δυναμισμός είναι έκδηλος (με κορύφωσή του το στέγαστρο εισόδου).
Σχετικά πρόσφατα, στις εγκαταστάσεις του ΟΚΑΑ, κατασκευάστηκαν 2 νέα –μεταλλικά- κτίρια για το χονδρικό εμπόριο κρεάτων. Όμως, αντίστοιχο κτίριο για αλιευτικά προϊόντα, ενώ προβλέπεται, δεν υπάρχει και το αντίστοιχο χονδρεμπόριο πραγματοποιείται σε ακατάλληλες συνθήκες, στο κτίριο της Ιχθυόσκαλας στο Κερατσίνι.
Την έλλειψη αυτή έρχεται να καλύψει η παρούσα μελέτη, που πραγματοποιήθηκε –σε επίπεδο προμελέτης- στα πλαίσια της ευρύτερης μελέτης περιβαλλοντικών όρων, για το σύνολο του συγκροτήματος κτιρίων του ΟΚΑΑ στον Αγ. Ιωάννη του Ρέντη, αφού ερευνήθηκαν εναλλακτικές εκδοχές σε επίπεδο προσχεδίων.
Το νέο κτίριο βρίσκεται σε συνέχεια με τα προαναφερθέντα κτίσματα, κατά μήκος της ανατολικής πλευράς των εγκαταστάσεων. Είναι το πιο σύνθετο λειτουργικά, αφού είναι το μόνο που δημιουργεί εσωτερικό χώρο για την δραστηριότητα της αγοράς. Αφήνει στην περίμετρό του την τροφοδοσία και την αποκομιδή των εμπορευμάτων. Αντίθετα, σε όλα τα υπόλοιπα κτίρια, όλες αυτές οι δραστηριότητες –τροφοδοσία, εμπόριο, αποκομιιδή- συμβαίνουν εξωτερικά, στην περιμετρό τους. Η ιδιαιτερότητα αυτή προκύπτει σαν απαραίτητη συνθήκη, λόγω της ευαισθησίας των αλιευτικών προϊόντων στην αλλοίωση και της ανάγκης έκθεσής τους σε απολύτως ελεγχόμενο περιβάλλον.
Η νέα Ιχθυαγορά στεγάζει:
Το κτίσμα καταλαμβάνει 3 κύρια επίπεδα: το υπερυψωμένο σε στάθμη αποβάθρας (+1.20μ) Ισόγειο, τον Α΄ και τον Β΄ όροφο. Μικρό τμήμα της κάλυψης χρησιμοποιεί το υπόγειο για μηχανολογικές εγκαταστάσεις.
Τον κεντρικό κορμό του αποτελούν τα διώροφα καταστήματα (αποθήκευση, έκθεση και πώληση προϊόντων στο ισόγειο - γραφεία, αποδυτήρια, υλικά συσκευασίας στον όροφο) και οι κοινόχρηστες εξυπηρετήσεις τους (μεγάλη συσκευασία, πάγος, επιστροφές) διαταγμένα εκατέρωθεν ενός ευθύγραμμου δρόμου, του δρόμου της αγοράς. Στα άκρα του υπάρχει η ενότητα της εισόδου με γραφεία αστιάτρου, συντηρητές, φύλακες και η ενότητα των ταμείων με τα γραφεία λογιστηρίου και τις μπούκες φόρτωσης εμπορεύματος για τους πελάτες.
Στον Β΄ όροφο που καταλαμβάνει λίγο πάνω από το μισό μήκος της κάτοψης, βρίσκονται κοινόχρηστες λειτουργίες που απευθύνονται όχι μόνο στους επαγγελματίες που χρησιμοποιούν την ιχθυαγορά, αλλά και το ευρύτερο κοινό και περιλαμβάνουν την αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, την διοίκηση, τις τράπεζες, το καφέ-μπαρ και το εστιατόριο.
Συνθετικά, το κτίσμα αναπτύσσεται με συντακτικό κανόνα την πτυχωτή στέγη-κουκούλι που συνιστά το κύριο χαρακτηριολογικό του γνώρισμα. Η μορφή της προκύπτει εάν η γεωμετρία μιας συνεχούς πτυχωτής επιφάνειας, συνδυαστεί με την γεωμετρία της δίριχτης στέγης. Παράγεται έτσι μια συνεχώς κυρτή –παρ΄ ότι πτυχωτή- επιφάνεια στέγασης. Αυτή διατρέχει, οργανώνει, ενοποιεί, υποδιαιρεί, ανακουφίζει, σηματοδοτεί, συσχετίζει και κυματίζει το αρχιτεκτόνημα.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΕΡΓΟΥ:
Αρχιτέκτονες: Δημήτρης Λουκόπουλος, Λώρα Σολομών, Μαρία Γαβαλά
Συνεργάτης αρχιτέκτονας: Λαμπρινή Σαμονίδα
Μελέτη φέροντος οργανισμού: Εμμανουήλ Βουγιούκας, Στέφανος Χολέβας
Μελέτη Η/Μ: Παναγιώτης Ψυχογιός, Γιώργος Μερμήγκι
Συντονισμός και επίβλεψη έργου: Ambio Α.Ε.
Μπορείς να καταχωρήσεις το έργο σου με έναν από τους τρεις παρακάτω τρόπους: