Uploaded by: Archetype Editor
ΠΕΡΙΟΧΗ:
Λευκωσία , Κύπρος
Συμμετοχή στον Διεθνή Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό για το Νέο Μουσείο της Κύπρου 2017
Αρχιτέκτονες: Σοφία Τσιράκη, Μάδγα Χαμπάλογλου, Σταύρος Κουμούτσος, Αχιλλέας Πλιάκος, Πάνος Νιάρχος
Σύμβουλος αρχιτέκτων: Τάσος Μπίρης
Μουσειολόγος: Μανώλης Μικράκης
Στατικός: Κώστας Πολυχρονόπουλος
Μηχανολόγος: Παντελής Βαλιάνος
Αρχιτέκτονας Τοπίου: Έλλη Πάγκαλου
Τρισδιάστατες απεικονίσεις: Σταύρος Κουμούτσος, Αχιλλέας Πλιάκος
εικ.1: Τρισδιάστατη απεικόνιση της πρόσβασης στο Μουσείο
Ι. Η Ιδέα της διπλής πορείας της σπείρας:
Η καταβύθισή της (από την κριτική επιτροπή του διαγωνισμού) και η ανάδυσή της σήμερα, ως επίμονο φάντασμα του αρχιτέκτονα.
εικ.2: Αεροφωτογραφία: Τοποθεσία πρότασης
Το κτήριο διαγράφει σπειροειδή ομοιότροπη, καθοδική και ανοδική, εσώστροφη και εξώστροφη κίνηση, στο σύνολο του συνθετικού πεδίου. Η χάραξή της συμβαδίζει διαρκώς με το τριγωνικό σχήμα του οικοπέδου. Ταυτοχρόνως, επιχειρεί να συσχετίσει το μουσείο και τις ειδικές λειτουργίες του με τα σημαντικά δημόσια κτήρια της πόλης και τις διαφορετικές καταστάσεις του αστικού ιστού.
Η διπλή αυτή κίνηση διατρέχει το σώμα του μουσείου στο σύνολό του. Ο χώρος του συνιστά έναν προστατευμένο χθόνιο υποδοχέα, (ένα είδος «σκάφης») ισομερώς κατανεμημένου εντός και εκτός της γης, κατάλληλου να παραλάβει τα αρχαιολογικά ευρήματα και τους υποστηρικτικούς χώρους του μουσείου. Έτσι, αφενός μειώνεται σημαντικό μέρος του κτηριακού όγκου και ύψους και αποδίδεται στην πόλη ένα μεγάλο ενεργό πάρκο, ενώ αφετέρου περιορίζεται το φυσικό φως, όπως ζητείται και από το πρόγραμμα, για την κατάλληλη προβολή των εκθεμάτων.
εικ.3: Διαγράμματα κεντρικής ιδέας και κινήσεων της σύνθεσης
εικ.4: Μακέτα τελικής πρότασης, εικ.5: Μακέτες εργασίας, εικ.6: Σκίτσα ιδέας
H αντίστοιχη ανοδική και καθοδική κίνηση του δώματος του κτηρίου το σηματοδοτεί ως διακριτό τοπόσημο της πόλης, που αναδύεται μέσα από τη γη και κορυφώνεται στη φωτιστική πυραμίδα. Επιπλέον, αυτό αποτελεί φυτεμένη ζώνη εκθεσιακού περιπάτου, συνυφασμένου θεματολογικά με τον ευρύτερο κοινωνικό-πολιτισμικό τομέα δράσης του μουσείου, ως μέρος της ευρύτερης «πολιτιστικής περιοχής». Ταυτοχρόνως, ο περίπατος έχει συνεχή ελεύθερη θέα προς την πόλη, ενώ διαμορφώνει παράλληλα μια ανοιχτή υπαίθρια πλατεία στην καρδιά του μουσείου, στη στάθμη του ισογείου και της κεντρικής προσπέλασης.
εικ.8: Διαγράμματα εσωτερικών και εξωτερικών κινήσεων και σκίτσο κάτοψης
ΙΙ. Σύνδεση της πρότασης με το φυσικό και το αστικό περιβάλλον
Πρώτη συνθετική «κίνηση» για την υλοποίηση αυτής της σπειροειδούς γραμμής, αποτελεί η οπισθοχώρηση του κτηρίου από τα όρια του οικοπέδου και τα μεγάλα δέντρα, και η χάραξη της αξονικής σχέσης (οπτικής και λειτουργικής) της κύριας εισόδου του νέου αρχαιολογικού μουσείου ως μια ανοιχτή υποδοχή προς το παλαιό, ώστε να διαμορφωθεί μια πολιτιστική συνέχεια μέσα στην πόλη.
εικ.10: Τρισδιάστατη απεικόνιση της κεντρικής εισόδου
Ταυτοχρόνως με την κύρια σπειροειδή κίνηση συλλειτουργούν και δύο ακόμη, που ξεκινούν από αυτήν και «ξεδιπλώνονται» προς δύο σημαντικά ύπαιθρα.
Η μία εκτείνεται από την κεντρική ισόγεια πλατεία του μουσείου και διαχέεται διαγωνίως στον βασικό οδικό άξονα (οδός Νεχρού), που οδηγεί σε σημαντικά δημόσια κτήρια (δικαστήρια και άλλες δημόσιες υπηρεσίες).
Η δεύτερη, είναι η υπαίθρια πράσινη ζώνη του ρέματος. Συνδέεται με το μουσείο μέσω μιας ευθύγραμμης πορείας που ξεκινά και αυτή από τον κεντρικό άξονα εισόδου του μουσείου, διαπερνά το σώμα του μέσω ημιυπαίθριου χώρου- pilotis και καταλήγει στο ρέμα του ποταμού Πεδιαίου.
εικ.11: Τρισδιάστατη απεικόνιση του κεντρικού δρόμου - βασικού αστικού περιπάτου
Επιπλέον, η διαμόρφωση του βασικού αστικού περιπάτου παράλληλα με τα μεγάλα δέντρα και το διατηρητέο κτήριο επί της οδού Νεχρού, η οποία θεωρείται ότι βρίσκεται σε ενότητα με το Κοινοβούλιο και τον Δημοτικό κήπο που βρίσκεται απέναντι, αποδίδει στην πόλη έναν σημαντικό ανοιχτό δημόσιο χώρο.
Η διαμόρφωση του -εκτός του κτηρίου- περιμετρικού περιβάλλοντος χώρου του, ακολουθεί την ίδια σπειροειδή χάραξη με εναλλαγή χώρων περιπάτου, πρασίνου, και υδάτινων επιφανειών, αγκαλιάζοντας το σύνολο του συνθετικού πεδίου, και προσφέρει στην πόλη ένα μεγάλο πάρκο πολιτιστικών δραστηριοτήτων, με παράλληλο εκπαιδευτικό και σημαντικό οικολογικό-βιοκλιματικό χαρακτήρα.
εικ.12: Προοπτικό της εσωτερικής πλατείας. Σκίτσο Σοφίας Τσιράκη
ΙΙΙ. Το Μουσείο και η βασική προσπέλαση προς τους μουσειακούς χώρους
Ως φυσική συνέχεια της διαγώνιας σχέσης του παλαιού με το νέο μουσείο, μια ήπια καθοδική υπαίθρια κίνηση οδηγεί προς την κεντρική είσοδο του δεύτερου. Μέσω αυτής, επιτείνεται ο χθόνιος χαρακτήρας της σύνθεσης, και αποδίδεται στον μουσειακό χώρο μια αίσθηση πνευματικότητας ενισχυμένη σε ορισμένες περιπτώσεις, πέραν του τεχνητού, και με φυσικό εκ των άνω φωτισμό.
Η σπειροειδής πορεία από την αρχή της εισόδου και γύρω από το κέντρο του κτηρίου διαμορφώνει κύκλωμα, το οποίο ολοκληρώνεται ως καταληκτική διαδρομή στον πυρήνα της σύνθεσης. Το κέντρο αυτό αποτελεί βασικό σημείο αναφοράς και προσανατολισμού του επισκέπτη, ενώ σηματοδοτείται από την τριγωνική φωτιστική πυραμίδα. Ο εμβληματικός υψίκορμος αυτός χώρος, φωτίζεται εκ των άνω από την πυραμίδα του ισογείου, που είναι ταυτοχρόνως και κέντρο αναφοράς της υπαίθριας ισόγειας πλατείας του μουσείου.
Ο επισκέπτης μπορεί να συνεχίσει την ανοδική διαδρομή και να καταλήξει είτε και πάλι στην είσοδο (περνώντας από το gift shop), είτε να αναδυθεί στο εστιατόριο, το οποίο και σχετίζεται άμεσα με την κεντρική πλατεία του μουσείου και τη φυγή προς τον Δημοτικό κήπο.
Η κεντρική πορεία προς τις κύριες μουσειακές ενότητες συμπληρώνεται με τοπικές διεισδύσεις σε πιο «κρυφές» -μικρού μεγέθους- υπόσκαφες αίθουσες –«κρύπτες» ειδικών εκθεμάτων. Επιπλέον, υπάρχουν επιμέρους -εκτός του κεντρικού δρομολογίου- δυνατότητες απευθείας επικοινωνίας με ειδικές εκθεσιακές ενότητες.
εικ.13: Τρισδιάστατη απεικόνιση της πρότασης
εικ.14: Μακέτα τελικής πρότασης, εικ.15: Προοπτικό μόνιμης έκθεσης - Κεντρικό Hall
Λειτουργικότητα και Ευελιξία
Λειτουργικά, η πρόταση οργανώνεται στις παρακάτω ενότητες και σε δύο φάσεις (α και β), όπως ζητείται από το κτηριολογικό πρόγραμμα:
Α. Μουσείο (μόνιμες εκθέσεις και περιοδικές)
Β. Υποστηρικτικοί χώροι (αποθήκες, εργαστήρια, γραφεία)
Γ. Βοηθητικοί χώροι (χώρος στάθμευσης και η/μ εγκαταστάσεις)
Δ. Διατηρητέο κτίσμα (χώρος πολιτιστικών δραστηριοτήτων).
εικ.16: Διαγράμματα εκθεσιακών ενοτήτων, εικ.17. Σκίτσο Σοφίας Τσιράκη: Η είσοδος του μουσείου
εικ.18: Κάτοψη υπογείου και τομή, εικ.19: Η όψη από τον κεντρικό δημόσιο περίπατο
Α. Το μουσείο
Η ανοιχτή ευέλικτη κάτοψη (open fluid space) παρέχει τη δυνατότητα για χρονολογική και θεματική οργάνωση των εκθεσιακών ενοτήτων, καθώς και επεκτασιμότητα, όπου και όποτε κρίνεται απαραίτητη. Συγχρόνως, ο επισκέπτης μπορεί να ακολουθήσει είτε τη διαδοχική διαδρομή είτε να κατευθυνθεί απευθείας σε συγκεκριμένες εκθεσιακές ενότητες, όπως ήδη αναφέρθηκε.
εικ.20: Προοπτική άποψη της κύριας εισόδου-foyer του Μουσείου
Σε άμεση γειτνίαση με την είσοδο αναπτύσσεται και ο χώρος περιοδικών εκθέσεων, με δυνατότητα κατακόρυφης σύνδεσης και διαδραστικής σχέσης με τη βιβλιοθήκη και τους εκπαιδευτικούς χώρους.
εικ.21: Προοπτικό του κεντρικού εσωτερικού χώρου. Σκίτσο Τάσου Μπίρη
Το φως (ελεγχόμενος φυσικός φωτισμός, οργάνωση τεχνητού φωτισμού)
Ιδιαίτερη σημασία έχει δοθεί στην οργάνωση του φωτισμού, σε σχέση με ειδικές περιοχές που φωτίζονται φυσικά αλλά ελεγχόμενα, κυρίως από φωτιστικές σχισμές (slits) και οπαία (light wells) στην οροφή. Το τεχνητό φως επίσης, διαμορφώνει, σύμφωνα με τη διαδοχή και το είδος των εκθεμάτων, ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, κατάλληλη για ένα αρχαιολογικό μουσείο.
Τα παραπάνω, όπως και η αξιοποίηση ορισμένων σταθμών χαμηλότερων του εδάφους -πέραν του ότι τονίζουν τον χθόνιο χαρακτήρα (όπως ήδη αναφέρθηκε) του μουσειακού χώρου-, λειτουργούν θετικά και σε σχέση με την απαίτηση του προγράμματος, ο φυσικός φωτισμός να μην είναι εκτεταμένος και να χρησιμοποιείται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.
εικ.22: Προοπτικό ειδικής έκθεσης - Κρύπτη
IV. Περιβαλλοντική και ενεργειακή απόδοση
Ο σχεδιασμός του τοπίου τόσο πάνω στο φυτεμένο δώμα όσο και γύρω από το Μουσείο, θα τονώσει το ενδιαφέρον για την προστασία και τη διατήρηση της πλούσιας και μοναδικής χλωρίδας της Κύπρου. Τα προτεινόμενα φυτά είναι αυτοφυή στην Κύπρο και στο μεσογειακό οικοσύστημα, με ελάχιστες απαιτήσεις νερού, και περιλαμβάνουν δέντρα, θάμνους, φυτά εδάφους και χόρτα, φρύγανα και μακκική βλάστηση.
εικ.23: Διάγραμμα Φύτευσης
εικ.24: Μακέτα τελικής πρότασης
εικ.25: Σκίτσο Σοφίας Τσιράκη
Το πράσινο φυτεμένο δώμα του κτηρίου παρουσιάζει μεγάλα περιβαλλοντικά οφέλη. Απορροφά το νερό κατά τη διάρκεια των χειμερινών βροχών, διευκολύνοντας τη διαχείριση των βρόχινων υδάτων. Παρόλο που το πράσινο υπόστρωμα δεν είναι βαθύ, παρέχει μόνωση στο κτήριο, με αποτέλεσμα το Μουσείο να είναι πιο δροσερό το καλοκαίρι και θερμότερο τον χειμώνα. Ανάλογα με τη χρήση και τη φύτευση του πράσινου δώματος, θα ενσωματωθούν εξειδικευμένα οικολογικά συστήματα. Τα είδη των φυτών που καλύπτουν το δώμα είναι εκείνα που αναπτύσσονται φυσικά σε μια πλαγιά, ενώ περιλαμβάνουν και αρωματικά είδη.
εικ.26: Σκίτσο Σοφίας Τσιράκη
Μπορείς να καταχωρήσεις το έργο σου με έναν από τους τρεις παρακάτω τρόπους: